Η γαλλική εθνική εορτή της 14ης Ιουλίου μας παραπέμπει στην κατάληψη της Βαστίλης και στη Γαλλική Επανάσταση. Τα γεγονότα αλλά κυρίως οι αλλαγές που έλαβαν χώρα το 1789 δεν επηρέασαν μόνο τη Γαλλία αλλά όλη την Ευρώπη, και σε μεγάλο βάθος χρόνου. Η επίδραση της Γαλλικής Επανάστασης δεν περιορίστηκε μόνο στον χώρο των ιδεών, αλλά αποτυπώθηκε και στον ευρωπαϊκό πολιτικό χάρτη, πυροδοτώντας μια περίοδο πολεμικών συγκρούσεων. Ο αντίκτυπός της έφτασε μέχρι τον ελληνικό χώρο, καθώς το 1797 οι Γάλλοι εμφανίστηκαν στο Ιόνιο, αντικαθιστώντας τους Βενετούς στα Επτάνησα και στις κτήσεις τους στην απέναντι στεριά, ανάμεσα στις οποίες συγκαταλεγόταν και η Πρέβεζα.
Αυτή η πρώτη γαλλική παρουσία στο χώρο του Ιονίου υπήρξε βραχύβια, μέχρι το 1799. Ωστόσο, στην Πρέβεζα τερματίστηκε ακόμα πιο γρήγορα, τον Οκτώβριο του 1798, με βάρβαρο και τραγικό τρόπο, τόσο για τους Γάλλους όσο και για την ίδια την πόλη. Οι Γάλλοι, επικουρούμενοι και από Πρεβεζάνους, αναμετρήθηκαν με τις δυνάμεις του Αλή πασά στη Νικόπολη αλλά ηττήθηκαν και αποδεκατίστηκαν, με αποτέλεσμα να ακολουθήσει και ο Χαλασμός της Πρέβεζας.
Ωστόσο, 114 χρόνια αργότερα, Οκτώβριο και πάλι, μια δεύτερη μάχη στην ίδια ακριβώς τοποθεσία, επρόκειτο να ανοίξει τον δρόμο για την απελευθέρωση της Πρέβεζας.
Στο σημερινό σημείωμα δεν θα αναφερθώ ούτε στη γαλλική παρουσία στην Πρέβεζα, ούτε φυσικά στην απελευθέρωση της πόλης το 1912. Καθώς βρισκόμαστε σε χρονιά επετειακών εκδηλώσεων για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση, θα ανατρέξω σε μια άλλη επετειακή συγκυρία στην οποία, κατά την πρεβεζάνικη έκφανσή της, επιχειρήθηκε μια σύνδεση του εορτασμού της Ελληνικής Ανεξαρτησίας με τις δύο μάχες που έλαβαν χώρα στη Νικόπολη, το 1798 και το 1912.
Καταρχάς πρέπει να σημειώσω ότι το 1921 δεν πραγματοποιήθηκε ο εορτασμός της εκατονταετηρίδος της Ελληνικής Επανάστασης, καθώς η χώρα βρισκόταν σε κατάσταση πολέμου (λόγω της Μικρασιατικής Εκστρατείας). Ο μεγαλοπρεπής εορτασμός της Ελληνικής Παλιγγενεσίας προγραμματίστηκε για το 1930, οπότε και θα συμπληρώνονταν 100 χρόνια από το Πρωτόκολλο του Λονδίνου της 3ης Φεβρουαρίου του 1830 και την αναγνώριση της ανεξαρτησίας του ελληνικού κράτους. Τον εορτασμό θα συντόνιζε μια «Κεντρική Επιτροπή Εκατονταετηρίδος» ενώ παράλληλα ιδρύθηκαν και διάφορες τοπικές επιτροπές, κάτι αντίστοιχο δηλαδή με αυτό που συμβαίνει στις μέρες μας. Από τις εορταστικές εκδηλώσεις και δράσεις, άλλες θα ήταν εφήμερου χαρακτήρα, άλλες όμως, όπως η ανέγερση μνημείων, θα είχαν μόνιμο αποτύπωμα.
Το αρχείο της Κεντρικής Επιτροπής Εκατονταετηρίδος, ως τμήμα του ευρύτερου αρχείου του προέδρου της Ιωάννη Δαμβέργη, σώζεται στην Κεντρική Υπηρεσία των ΓΑΚ, στην Αθήνα, και αποτελεί πολύτιμη πηγή για την προσέγγιση του σχετικών εορτασμών, σε συνδυασμό με τα δημοσιεύματα του τύπου της εποχής (τοπικής και πανελλαδικής κυκλοφορίας). Οφείλω να εκφράσω τις ευχαριστίες μου στους συναδέλφους της Κεντρικής Υπηρεσίας των ΓΑΚ και κυρίως στην προϊσταμένη του Αναγνωστηρίου κα Άννα Κουλικούρδη η οποία έθεσε με προθυμία υπόψη μου τα ψηφιακά αντίγραφα των εγγράφων που αφορούν στην Πρέβεζα.
Το αρχείο αυτό μας αποκαλύπτει εμμέσως μια άκρως ενδιαφέρουσα πτυχή του πρεβεζάνικου εορταστικού σχεδιασμού. Τον Φεβρουάριο του 1930, ο νεοσύστατος Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού διαβιβάζει στην Επιτροπή Εκατονταετηρίδος την παράκληση της Γενικής Διοικήσεως Ηπείρου «διά την εντοίχισιν εν Νικοπόλει αναμνηστικών πλακών μαρμαρίνων, της επί της εποχής του Αλή πασά μάχης των Γάλλων στρατιωτών και της μάχης των Ελλήνων προς απελευθέρωσιν της Πρεβέζης». Προξενεί πράγματι εντύπωση η εμπλοκή του ΕΟΤ στην όλη διαδικασία, στον οποίο απευθύνθηκε η Γενική Διοίκηση Ηπείρου. Ερμηνεύοντας αυτήν την κίνηση της Γενικής Διοίκησης Ηπείρου, υποθέτω ότι αυτό έγινε σε μια προσπάθεια εξεύρεσης κονδυλίων για την κάλυψη της σχετικής δαπάνης, με το σκεπτικό ότι η απόδοση τιμών προς τους Γάλλους στρατιώτες δεν αποτελεί μόνο χρέος σε μαχητές που υπερασπίστηκαν την πόλη απέναντι στον Αλή πασά, αλλά και διαπιστευτήριο της Πρέβεζας απέναντι στο γαλλικό κοινό, μέσω ενός οργανισμού που από το 1929 ανέλαβε τη διαχείριση της τουριστικής εξωστρέφειας της χώρας. Δεν μπορώ να φανταστώ για ποιον άλλο λόγο η Γενική Διοίκηση Ηπείρου απευθύνθηκε στον ΕΟΤ και όχι απευθείας στην Επιτροπή Εκατονταετηρίδος.
Από τα παραπάνω, διαπιστώνει κανείς ότι ο εορτασμός της Ελληνικής Ανεξαρτησίας στην Πρέβεζα δεν επρόκειτο να περιοριστεί μόνο στην περίοδο της ελληνικής επανάστασης αλλά θα επεκτεινόταν και σε άλλα κομβικά ιστορικά γεγονότα για την ίδια την πόλη. Είναι μάλιστα ενδεικτικό ότι οι κύριες εκδηλώσεις αποφασίστηκαν να συμπέσουν με τον εορτασμό της απελευθέρωσης της Πρέβεζας, για αυτό και προγραμματίστηκαν για τον Οκτώβριο. Οι δράσεις που θα είχαν μόνιμο χαρακτήρα συνίσταντο στην τοποθέτηση αναμνηστικών πλακών και στην ανέγερση Ηρώου στη Βρυσούλα. Ο τότε νομάρχης, ως πρόεδρος της τοπικής επιτροπής Εκατονταετηρίδος εξέδωσε επίσημο πρόγραμμα και απέστειλε προσκλήσεις σε αρχές εντός και εκτός νομού (εικ. 1). Μία από τις εκδηλώσεις που περιελάμβανε το πρόγραμμα ήταν και τα αποκαλυπτήρια δύο αναμνηστικών πλακών στη Νικόπολη οι οποίες θα αναφέρονταν στις μάχες του 1798 και του 1912.
Δεν γνωρίζω αν υπάρχει άλλη περίπτωση μνημείου με διττό χαρακτήρα, που προσπαθεί να συνδυάσει δύο άσχετα και απομακρυσμένα μεταξύ τους ιστορικά γεγονότα, ή αν αυτό αποτελούσε μια πρεβεζάνικη πρωτοτυπία.
Όπως μας πληροφορεί ο τύπος της εποχής, τα αποκαλυπτήρια στη Νικόπολη πραγματοποιήθηκαν την πρώτη μέρα του διήμερου εορτασμού. Πανηγυρικό εκφώνησε ο τότε βουλευτής Πρέβεζας Γεώργιος Γερογιάννης, ο οποίος παραλλήλισε τα γεγονότα του 1798 και του 1912 και τα ανέπτυξε με λεπτομέρεια. Θα είχε ενδιαφέρον αυτή η ομιλία, ωστόσο, δεν εντοπίστηκε κάπου δημοσιευμένη, ενώ αγνοείται και η τύχη του αρχείου του Γερογιάννη, το οποίο θα ήταν πολύτιμο για την ιστορία της Πρέβεζας.
Σχετικά με τα ίδια τα αποκαλυπτήρια, οι πληροφορίες είναι συγκεχυμένες. Ενώ το πρόγραμμα αναφέρεται με σαφήνεια σε δύο διαφορετικές πλάκες, στις δύο ανταποκρίσεις εφημερίδων που εντοπίστηκαν, γίνεται αναφορά μόνο σε μια. Αλλά και οι ίδιες οι ανταποκρίσεις διαφοροποιούνται. Η μια από αυτές δεν αναφέρεται καθόλου στο περιεχόμενο της αναμνηστικής πλάκας ενώ, σύμφωνα με την άλλη, η επιγραφή αφορούσε και στις δύο μάχες, του 1798 και του 1912. Αξίζει να αναφερθεί ότι το ζήτημα δεν διαφωτίζεται ούτε από την έκθεση σχετικά με τις εορταστικές εκδηλώσεις στην Πρέβεζα που απόκειται στο αρχείο Δαμβέργη.
Η ωραία αυτή ιστορία θα μπορούσε να τελειώσει εδώ, αφήνοντάς μας και με μια αίσθηση πρωτοπορίας για την Πρέβεζα, η οποία το 1930 αποφάσισε να τιμήσει όχι μόνο τους Έλληνες μαχητές της απελευθέρωσης, το αίμα των οποίων ήταν ακόμα νωπό στη Νικόπολη, αλλά και ξένους στρατιώτες, τη γαλλική φρουρά, που θυσιάστηκε το 1798 για την άμυνα της πόλης.
Ωστόσο, η υπόθεση σήμερα περιπλέκεται και ομολογώ ότι δεν είμαι σε θέση να δώσω κάποια πειστική ερμηνεία. Επισκεπτόμενος κανείς τον δύσκολα προσβάσιμο χώρο του μνημείου στη Νικόπολη, αντικρίζει έναν λιτό οβελίσκο (εικ. 2) στον οποίο βρίσκεται μία και μόνη μαρμάρινη πλάκα με την εξής επιγραφή: «Ο Δήμος Πρεβέζης εις μνήμην των ηρωϊκώς πεσόντων εν Νικοπόλει τη 20η Οκτωβρίου 1912» (εικ. 3). Προσωπικά, δεν εντόπισα κάποια άλλη πλάκα που να αναφέρεται στη μάχη του 1798. Δεν ξέρω αν αυτό οφείλεται σε δική μου έλλειψη παρατηρητικότητας, ή στο γεγονός ότι αυτή η επιγραφή δεν βρίσκεται πλέον στο μνημείο ή μάλλον, στο γεγονός ότι αυτή δεν τοποθετήθηκε ποτέ. Κατά την άποψή μου, πιθανότερη είναι η τελευταία περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη και όσα γράφει ο πρεβεζάνος λόγιος Ηλίας Βασιλάς το 1955 στο άρθρο του για τη μάχη του 1798 στη Νικόπολη: «Προπολεμικώς είχε συστηθή κάποια επιτροπή προς ανέγερσιν μνημείου εις τον τόπον της μάχης εν Νικοπόλει, υπό την πρωτοβουλίαν του στρατηγού Δημητρίου Τ. Ν. Μπότσαρη. Τί απέγινε αυτή η ωραία ιδέα; Τί λέγει το Γαλλικόν Ινστιτούτον Αθηνών;». Ας σημειωθεί ότι ο Βασιλάς, κατά δήλωσή του, συμμετείχε στην τοπική επιτροπή των εορτασμών της Εκατονταετηρίδος, οπότε, αν είχε τοποθετηθεί τότε κάποια πλάκα, δεν θα έγραφε τα παραπάνω.
Αυτή η «ωραία ιδέα», όπως την χαρακτηρίζει ο Βασιλάς, ενός μνημείου για τους Γάλλους που θυσιάστηκαν υπερασπιζόμενοι την Πρέβεζα, φαίνεται να περιμένει ακόμα την υλοποίησή της. Βέβαια, στις μέρες μας, που τα μέσα προβολής είναι περισσότερα από το 1930 ή το 1955, ενδεχομένως η απόδοση τιμής στους Γάλλους στρατιώτες θα μπορούσε να πάρει άλλες μορφές. Αναφέρω ενδεικτικά την δημιουργία ενός ιστοτόπου, όπου θα συγκεντρωνόταν το πλούσιο αρχειακό και εικονογραφικό υλικό που υπάρχει για τη μάχη του 1798, καθώς αυτή έκανε ιδιαίτερη αίσθηση στο γαλλικό κοινό, με αποτέλεσμα να αποτυπωθεί και καλλιτεχνικά.
Αλλά ακόμα και αν η Πρέβεζα ήθελε να ακολουθήσει την κλασική οδό ενός δημόσιου μνημείου, αυτό θα μπορούσε να είναι μια αναμνηστική επιγραφή είτε στην Νικόπολη είτε στο ιστορικό κέντρο της πόλης, καθώς κοντά στον Άγιο Χαράλαμπο οι Γάλλοι αντέταξαν την τελευταία αντίστασή τους στις ορδές του Αλή πασά.
Είναι περιττό να σημειώσω τα οφέλη για την πόλη από τις παραπάνω πρωτοβουλίες. Και είναι ιδιαίτερα ευχάριστο το γεγονός ότι αυτό φαίνεται να το αντιλαμβάνεται και η δημοτική αρχή, όπως διαπιστώνει κανείς από την πρόσφατη επίσκεψη του διευθυντή του Γαλλικού Ινστιτούτου και το ρεπορτάζ του τοπικού τύπου που κάνει λόγο για σχεδιασμό εορτασμού για την μάχη της Νικόπολης.
Κλείνοντας, θα ήθελα να σημειώσω ότι η σχέση της Πρέβεζας με τη Γαλλία δεν περιορίζεται μόνο σε αυτήν τη σύντομη γαλλική παρουσία της περιόδου 1797-1798. Οι Γάλλοι δραστηριοποιούνταν στην περιοχή και κατά τη βενετική περίοδο (με χαρακτηριστικό παράδειγμα την εμπορία ξυλείας δρυός) και κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Αυτός άλλωστε ήταν και ένας από τους λόγους ύπαρξης γαλλικού προξενείου στην πόλη. Μάλιστα, στα γαλλικά αρχεία σώζεται το αρχείο του προξενείου κατά την περίοδο της ελληνικής επανάστασης, από το οποίο, όπως παλιότερα είχα προτείνει, θα έπρεπε να ζητηθούν ψηφιακά αντίγραφα και να μελετηθούν.
Ίσως καταντώ κουραστικός επιμένοντας στην ανάγκη εντοπισμού, ψηφιοποίησης και μελέτης αρχειακών πηγών που βρίσκονται τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, ωστόσο, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάδειξη της διεθνούς διάστασης της ιστορίας της Πρέβεζας και της θέσης της πόλης και του λιμανιού της στους μεσογειακούς δρόμους επικοινωνίας, μετακινήσεων, μεταφορών και εμπορίου. Και πιστεύω ακράδαντα ότι η ανάδειξη αυτής της διάστασης της Πρέβεζας, δεν αφορά μόνο ελάχιστους φιλίστορες που ενδιαφέρονται για την ιστορία της πόλης αλλά το σύνολο των κατοίκων της, που επιθυμούν την ανάπτυξή της.
Σπύρος Σκλαβενίτης
Αρχειονόμος, δρ. Ιστορίας, προϊστάμενος ΓΑΚ Πρέβεζας
Δεν υπάρχουν σχόλια: