Είναι ζημιωμένοι οι καταναλωτές από τον τρόπο τιμολόγησης των διαθέσιμων εφαρμογών στο App Store; |
ΣΙΛΙΚΟΝ ΒΑΛΕΪ. Με οριακή πλειοψηφία 5-4, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ έδωσε το πράσινο φως σε μια τεράστια συλλογική αγωγή κατά της Apple για παραβίαση της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού, σε μιαν εντελώς ανατρεπτική –από πολλές απόψεις– απόφαση.
Το δικαστήριο δεν απεφάνθη επί της ουσίας των ισχυρισμών για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης. Η απόφασή του, η οποία συντάχθηκε από τον νεοεκλεγέντα Μπρετ Κάβανο, κινήθηκε γύρω από ένα ζήτημα δικονομικής φύσεως: εάν οι καταναλωτές έχουν έννομο συμφέρον –άρα έχουν και το δικαίωμα– να παρασταθούν στο δικαστήριο κατά της Apple, επικαλούμενοι ζημία από τον τρόπο τιμολόγησης των διαθέσιμων εφαρμογών στο App Store.
Το ερώτημα είναι πιο σύνθετο απ’ όσο φαίνεται με μια πρώτη ματιά, και η σημερινή απόφαση κατά πολλούς αποτελεί ένδειξη της ενόχλησης του δικαστηρίου απέναντι στις μονοπωλιακές τακτικές που, χρόνια τώρα, υιοθετεί η εταιρεία. Η πολιτική του App Store ήταν σαφής: οποιοσδήποτε θέλει να κάνει την εφαρμογή του διαθέσιμη σε συσκευές Apple, πρέπει να συμφωνήσει πως η εταιρεία θα παίρνει προμήθεια 30% από κάθε πώληση. Αξίζει να σημειωθεί πως η Apple δεν επέβαλε το ύψος της τιμής της εφαρμογής. Εφόσον το App Store είναι η μοναδική και αποκλειστική πλατφόρμα αγοραπωλησίας εφαρμογών για τις συσκευές με το χαρακτηριστικό μήλο, αυτός ο τρόπος τιμολόγησης είναι μονόδρομος για τους κατασκευαστές των εφαρμογών. Eτσι, ένας τεράστιος αριθμός καταναλωτών στράφηκε κατά της Apple, με τον ισχυρισμό πως αυτή η πολιτική τιμολόγησης σε συνθήκες μονοπωλίου οδηγεί σε παράλογη αύξηση των τιμών, κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης και ζημιώνει τους τελικούς καταναλωτές/αγοραστές των εφαρμογών.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, σε μια απόφαση που χαρακτηρίστηκε αρκετά τεχνοφοβική, περιέγραψε τους αγοραστές ως «άμεσα συμβαλλομένους» με την Apple και τους αναγνώρισε το δικαίωμα να στραφούν κατά του κολοσσού. Η Apple από πλευράς της ισχυρίστηκε πως δεν έχει θέση «παραγωγού» απέναντι στους καταναλωτές, διότι αποτελεί έναν μεσάζοντα χωρίς καμία ανάμειξη στον σχεδιασμό και στην τιμολόγηση των εφαρμογών και παρέχει απλώς την πλατφόρμα στην οποία πραγματοποιούνται οι σχετικές συναλλαγές. Aρα, με βάση το νομικό δόγμα Iλινόι Μπρικ, οι καταναλωτές δεν μπορούν να στραφούν εναντίον της. Το επιχείρημα αυτό όμως δεν έπεισε το δικαστήριο.
Η απόφαση αυτή αποτελεί κατά πολλούς το εναρκτήριο λάκτισμα για έναν αγώνα κατά της παντοδυναμίας των εταιρειών τεχνολογίας της Σίλικον Βάλεϊ, οποίος βρίσκεται εδώ και καιρό στα σκαριά. Σε πιο πρακτικό επίπεδο, η απόφαση αυτή μπορεί να κοστίσει πολλά εκατομμύρια στην Apple, αλλά και να αλλάξει τελείως τον τρόπο λειτουργίας της και, κατ’ επέκταση, την καθημερινότητα των εκατομμυρίων χρηστών των συσκευών της. Μάλιστα, η απόφαση ήρθε ως έκπληξη στους κύκλους της εταιρείας, καθώς στη δίκη είχαν παρέμβει υπέρ της Apple διακεκριμένοι νομικοί στον χώρο του δικαίου ανταγωνισμού, αλλά και ο γενικός εισαγγελέας των ΗΠΑ, Νόελ Φρανσίσκο.
Το πιο παράξενο, όμως, εντοπίζεται στη σύνθεση της πλειοψηφίας του δικαστηρίου. Τη γνώμη του Μπρετ Κάβανο υποστήριξαν οι φιλελεύθεροι δικαστές Γκίνσμπουργκ, Σοτομάγιορ, Μπρέιερ και Κέιγκαν, ενώ οι συντηρητικοί Αλίτο, Ρόμπερτς και Τόμας τάχθηκαν έντονα κατά της απόφασης. Το ενδιαφέρον είναι πως τη μειοψηφία υπογράφει ο Νιλ Γκόρσακ, επίσης διορισμένος από τον Ντόναλντ Τραμπ. Είναι η πρώτη φορά που οι δύο άνδρες έρχονται σε ευθεία σύγκρουση μετά τον διορισμό τους στο Ανώτατο Δικαστήριο.
Στον απόηχο της απόφασης, η μετοχή της Apple έπεσε στο χρηματιστήριο πάνω από 5% τη Δευτέρα, με αρκετούς επενδυτές να πουλάνε μαζικά φοβούμενοι τόσο από τις πιθανές επιπτώσεις της απόφασης όσο και από την αναζωπύρωση του εμπορικού «πολέμου» μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ, κάτι που αποτελεί άμεση απειλή για την Apple, η οποία κατασκευάζει το μεγαλύτερο μέρος των εξαρτημάτων της στην Κίνα.
Μένει να φανεί κατά πόσον η σημερινή απόφαση θα αποτελέσει αφορμή για τη δημιουργία απρόσμενων συμμαχιών μέσα στο Ανώτατο Δικαστήριο ή θα προκαλέσει ένα φαινόμενο ντόμινο που θα επηρεάσει όλες τις ηλεκτρονικές πλατφόρμες αγοραπωλησίας, όπως το Google Play Store, ή ακόμα και το ηλεκτρονικό μεγαθήριο Amazon.
Δεν υπάρχουν σχόλια: