Μιλάει για την τέχνη των μαστόρων, η οποία ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο και έγινε λαϊκός πολιτισμός
«Ταξίδεψαν» την τέχνη τους από την Ήπειρο, μέχρι την Αμερική, το Κονγκό, την Περσία, το Ιρκούτσκ και το Βλαδιβοστόκ. Οι «θρυλικοί» μαστόροι της πέτρας επί τρεις αιώνες οικοδόμησαν ένα λαϊκό πολιτισμό-ταυτότητα των χωριών τους, των Μαστοροχωρίων της Κόνιτσας, τα οποία αποτελούν μνημεία αρχιτεκτονικής.«Από μικρό, με έβαλε ο πατέρας μου στο πελέκι. Σήμερα είμαι στα 90 και ακόμη μαστορεύω». Η συνομιλία και τον κ. Σπύρο Βάλτα, με τον τελευταίο στη ζωή «πελεκάνο» της πέτρας στην...
Πυρσόγιαννη της Κόνιτσας, ανοίγει δρόμους αλλοτινούς που καθόρισαν τη ζωή και την οικονομία του τόπου, που απλώνεται στις πλαγιές ανάμεσα στο Σμόλικα και τους πρόποδες του Γράμμου.Με περηφάνια και μεγάλη πνευματική διαύγεια, παρά την προχωρημένη ηλικία του ο κ. Βαλτάς, μιλάει για την εποχή πριν από τον πόλεμο του 1940, τότε, που μαζί με τα παιδιά της γειτονιάς έφτιαχναν πεζούλια και πελεκούσαν την πέτρα, για να παίξουν. Το πρώτο του έργο, είναι η είσοδος του πατρικού σπιτιού, που είναι περίτεχνη, από πελεκητή πέτρα και με καμάρι, ανυπομονεί να μας δείξει. «Είμαι αυτοδίδακτος πελεκάνος», λέει. «Παρατηρούσα από μικρός, τον μπάρμπα Αποστόλη, πώς έκοβε τις πέτρες που κουβαλούσαν με τα μουλάρια. Δεν υπήρχαν αυτοκίνητα. Τις έκοβαν με σφήνα. Ήταν πολύ μεγάλα λιθάρια. Έβαζε πολλές σφήνες μπορεί 15, χωρίς ρεύμα και με δεξιότητα, κατάφερναν να ανοίξουν τα λιθάρια και μετά τα πελεκούσαν», μας εξηγεί.Ο 90χρονος σταμάτησε το σχολείο λόγω του πολέμου και ο πατέρας του, τον έβαλε στη μαστορική. Μετά το πελέκι, τον έμαθε να χτίζει τοίχους και ο ίδιος άρχισε να τον ακολουθεί, όπως αφηγείται, σε διάφορα μέρη της Ελλάδας όπου έχτισαν σπίτια, εκκλησίες, αλώνια, βρύσες.Όπως θυμάται, δίπλα στους άνδρες και κάποιες γυναίκες έχτιζαν πεζούλια στα κτήματα και στα αμπέλια. «Όποιες παντρεύονταν μάστορα ήξεραν πως ο άνδρας τους θα έφευγε και θα έμεναν μόνες, για τα παιδιά, τα κτήματα, τα ζωντανά. Έτσι ζούσε ο κόσμος τότε…», προσθέτει με χαμόγελο.Μαστόροι από την Πυρσόγιαννη ταξίδεψαν στις ΗΠΑ, στα Βαλκάνια, τη Ρωσία ακόμη και την Περσία. Τα «μπουλούκια», όπως αποκαλεί τις ομάδες των πετράδων που έφευγαν για δουλειά σε άλλα μέρη, κανονίζονταν στο χωριό.Ο κ. Σπύρος, θυμάται προπολεμικά το γλέντι που γινόταν στο χωριό την παραμονή της μέρας που κάποιοι θα έφευγαν για το ταξίδι. «Γλεντούσαμε μέχρι το ξημέρωμα. Στην Περσία ξενιτεύονταν, για να φτιάξουν δρόμους και γεφύρια. Πήγαν 60 Πυρσογιαννίτες. Γύρισαν οι μισοί, γιατί οι άλλοι έμειναν εκεί».Ο Σπύρος Βαλτάς, μαζί με τον πατέρα και συγγενείς δούλευαν σε χωριά της Ελλάδας και κατά τη διάρκεια της Κατοχής, ενώ η αμοιβή τους ήταν σε είδος. «Στην Κατοχή έπαιρνα 1,5 οκά καλαμπόκι τη μέρα και ο πατέρας 2,5 οκάδες. Σε κάποιο χωριό στα Γρεβενά δουλεύαμε και μας έδιναν σιτάρι. Δεν υπήρχαν χρήματα». Το μυστικό της τέχνης, αποκαλύπτει πως είναι η υπομονή. «Για να πελεκήσεις, πρέπει να κάθεσαι κάτω, να μη βιάζεσαι, να το κάνεις με ψυχή. Να το έχεις μέσα σου, να πελεκάς…».Ο ηλικιωμένος πελεκάνος, τα τελευταία χρόνια προσφέρει έργο στο χωριό του. Οι βρύσες στον οικισμό είναι «κεντημένες» από τον ίδιο, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές, που εθελοντικά με την εμπειρία του βοήθησε για να υποστηριχτούν παλιά σπίτια. Το παράπονό του είναι, που οι νέοι στα Μαστοροχώρια δεν συνεχίζουν την παράδοση καθώς όπως λέει, «δεν γεννά το μυαλό τους».Ο κ. Βαλτάς θα ήθελε να τους κάνει δωρεάν μαθήματα, ενώ επιθυμία του, είναι να δει Σχολή Πέτρας να λειτουργήσει στην Πυρσόγιαννη.Τα λόγια του ηλικιωμένου έγιναν ερώτηση στον δήμαρχο της Κόνιτσας, Ανδρέα Παπασπύρου, ο οποίος τόνισε ότι η Σχολή Πέτρας στην Πυρσόγιαννη, είναι όραμα και στόχος της δημοτικής αρχής για να διασωθεί και το επάγγελμα, ενώ είπε πως υπάρχουν έτοιμα κτίρια για τον σκοπό αυτό. Παράλληλα όπως ανέφερε, υπάρχει μία μεγάλη και αξιόλογη συλλογή γύρω από την τέχνη και τη ζωή των μαστόρων της πέτρας, η οποία αναμένεται να φιλοξενηθεί μόνιμα, σε ένα παλιό επιβλητικό κτίριο το οποίο με κοινοτικά κονδύλια έχει συντηρηθεί με στόχο να γίνει το Μουσείο Ηπειρωτών Μαστόρων.
«Ταξίδεψαν» την τέχνη τους από την Ήπειρο, μέχρι την Αμερική, το Κονγκό, την Περσία, το Ιρκούτσκ και το Βλαδιβοστόκ. Οι «θρυλικοί» μαστόροι της πέτρας επί τρεις αιώνες οικοδόμησαν ένα λαϊκό πολιτισμό-ταυτότητα των χωριών τους, των Μαστοροχωρίων της Κόνιτσας, τα οποία αποτελούν μνημεία αρχιτεκτονικής.«Από μικρό, με έβαλε ο πατέρας μου στο πελέκι. Σήμερα είμαι στα 90 και ακόμη μαστορεύω». Η συνομιλία και τον κ. Σπύρο Βάλτα, με τον τελευταίο στη ζωή «πελεκάνο» της πέτρας στην...
Πυρσόγιαννη της Κόνιτσας, ανοίγει δρόμους αλλοτινούς που καθόρισαν τη ζωή και την οικονομία του τόπου, που απλώνεται στις πλαγιές ανάμεσα στο Σμόλικα και τους πρόποδες του Γράμμου.Με περηφάνια και μεγάλη πνευματική διαύγεια, παρά την προχωρημένη ηλικία του ο κ. Βαλτάς, μιλάει για την εποχή πριν από τον πόλεμο του 1940, τότε, που μαζί με τα παιδιά της γειτονιάς έφτιαχναν πεζούλια και πελεκούσαν την πέτρα, για να παίξουν. Το πρώτο του έργο, είναι η είσοδος του πατρικού σπιτιού, που είναι περίτεχνη, από πελεκητή πέτρα και με καμάρι, ανυπομονεί να μας δείξει. «Είμαι αυτοδίδακτος πελεκάνος», λέει. «Παρατηρούσα από μικρός, τον μπάρμπα Αποστόλη, πώς έκοβε τις πέτρες που κουβαλούσαν με τα μουλάρια. Δεν υπήρχαν αυτοκίνητα. Τις έκοβαν με σφήνα. Ήταν πολύ μεγάλα λιθάρια. Έβαζε πολλές σφήνες μπορεί 15, χωρίς ρεύμα και με δεξιότητα, κατάφερναν να ανοίξουν τα λιθάρια και μετά τα πελεκούσαν», μας εξηγεί.Ο 90χρονος σταμάτησε το σχολείο λόγω του πολέμου και ο πατέρας του, τον έβαλε στη μαστορική. Μετά το πελέκι, τον έμαθε να χτίζει τοίχους και ο ίδιος άρχισε να τον ακολουθεί, όπως αφηγείται, σε διάφορα μέρη της Ελλάδας όπου έχτισαν σπίτια, εκκλησίες, αλώνια, βρύσες.Όπως θυμάται, δίπλα στους άνδρες και κάποιες γυναίκες έχτιζαν πεζούλια στα κτήματα και στα αμπέλια. «Όποιες παντρεύονταν μάστορα ήξεραν πως ο άνδρας τους θα έφευγε και θα έμεναν μόνες, για τα παιδιά, τα κτήματα, τα ζωντανά. Έτσι ζούσε ο κόσμος τότε…», προσθέτει με χαμόγελο.Μαστόροι από την Πυρσόγιαννη ταξίδεψαν στις ΗΠΑ, στα Βαλκάνια, τη Ρωσία ακόμη και την Περσία. Τα «μπουλούκια», όπως αποκαλεί τις ομάδες των πετράδων που έφευγαν για δουλειά σε άλλα μέρη, κανονίζονταν στο χωριό.Ο κ. Σπύρος, θυμάται προπολεμικά το γλέντι που γινόταν στο χωριό την παραμονή της μέρας που κάποιοι θα έφευγαν για το ταξίδι. «Γλεντούσαμε μέχρι το ξημέρωμα. Στην Περσία ξενιτεύονταν, για να φτιάξουν δρόμους και γεφύρια. Πήγαν 60 Πυρσογιαννίτες. Γύρισαν οι μισοί, γιατί οι άλλοι έμειναν εκεί».Ο Σπύρος Βαλτάς, μαζί με τον πατέρα και συγγενείς δούλευαν σε χωριά της Ελλάδας και κατά τη διάρκεια της Κατοχής, ενώ η αμοιβή τους ήταν σε είδος. «Στην Κατοχή έπαιρνα 1,5 οκά καλαμπόκι τη μέρα και ο πατέρας 2,5 οκάδες. Σε κάποιο χωριό στα Γρεβενά δουλεύαμε και μας έδιναν σιτάρι. Δεν υπήρχαν χρήματα». Το μυστικό της τέχνης, αποκαλύπτει πως είναι η υπομονή. «Για να πελεκήσεις, πρέπει να κάθεσαι κάτω, να μη βιάζεσαι, να το κάνεις με ψυχή. Να το έχεις μέσα σου, να πελεκάς…».Ο ηλικιωμένος πελεκάνος, τα τελευταία χρόνια προσφέρει έργο στο χωριό του. Οι βρύσες στον οικισμό είναι «κεντημένες» από τον ίδιο, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές, που εθελοντικά με την εμπειρία του βοήθησε για να υποστηριχτούν παλιά σπίτια. Το παράπονό του είναι, που οι νέοι στα Μαστοροχώρια δεν συνεχίζουν την παράδοση καθώς όπως λέει, «δεν γεννά το μυαλό τους».Ο κ. Βαλτάς θα ήθελε να τους κάνει δωρεάν μαθήματα, ενώ επιθυμία του, είναι να δει Σχολή Πέτρας να λειτουργήσει στην Πυρσόγιαννη.Τα λόγια του ηλικιωμένου έγιναν ερώτηση στον δήμαρχο της Κόνιτσας, Ανδρέα Παπασπύρου, ο οποίος τόνισε ότι η Σχολή Πέτρας στην Πυρσόγιαννη, είναι όραμα και στόχος της δημοτικής αρχής για να διασωθεί και το επάγγελμα, ενώ είπε πως υπάρχουν έτοιμα κτίρια για τον σκοπό αυτό. Παράλληλα όπως ανέφερε, υπάρχει μία μεγάλη και αξιόλογη συλλογή γύρω από την τέχνη και τη ζωή των μαστόρων της πέτρας, η οποία αναμένεται να φιλοξενηθεί μόνιμα, σε ένα παλιό επιβλητικό κτίριο το οποίο με κοινοτικά κονδύλια έχει συντηρηθεί με στόχο να γίνει το Μουσείο Ηπειρωτών Μαστόρων.
Δεν υπάρχουν σχόλια: