Κάθε χρόνο, λίγες ημέρες πριν από την επέτειο του Πολυτεχνείου, οι γονείς των-παιδιών ψάχνουν απελπισμένα να βρουν ένα βιβλίο που να εξηγεί στα παιδιά τους, τι συνέβη εκείνες τις ημέρες.
Τα χρόνια περνούν και σημαντικά γεγονότα ξεχνιούνται, όχι επειδή ο νους δεν μπορεί να τα θυμάται, μα επειδή ο σημερινός άνθρωπος θέλει να υποφέρει όλο και λιγότερο σωματικά και ψυχικά, και στην προσπάθειά του αυτή θεωρεί σωστό να μη μεταφέρει στα παιδιά του μνήμες που θα πληγώσουν την ψυχή τους.
Όμως σε μια εποχή που δεν υπάρχουν πρότυπα σωστά για τα παιδιά και που βλέπουμε απεγνωσμένα τα σημερινά νιάτα να μας ζητούν να τα βοηθήσουμε, καλό είναι να ανασύρουμε από την ιστορία εικόνες που θα ξυπνήσουν μέσα τους αισθήματα δυνατά, όπως είναι η αγάπη για τη δημοκρατία, την ελευθερία, τη δικαιοσύνη και πολλά άλλα.
Το βιβλίο της Μαρίας Καλογεράκη, "ΜΑΜΑ, ΤΙ ΕΓΙΝΕ ΣΤΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ;" αφιερώνεται σε όσους προσφέρουν τη ζωή τους για τα ιδανικά αυτά.
Σε όποια της γης άκρη κι αν έζησαν, ζουν ή πέθαναν, ποτέ δεν θα ξεχαστούν. Κι αν η ρουτίνα της καθημερινής ζωής μας κάνει να ξεχνάμε τα θαύματα που ακτινοβόλησαν κάποτε, ευτυχώς υπάρχουν κάποιοι να μας το θυμίζουν. Θα έπρεπε να μην χάνονται ψυχές, για να κατακτάμε τις αξίες της ζωής, μα αφού δεν γίνεται διαφορετικά, ας μείνουν παράδειγμα σε μας. Το βιβλίο αυτό αφιερώνεται και σε σας, παιδιά, με την ελπίδα πως όσο υπάρχει ήλιος, όσο μακριά του και αν σας κρύψουν, θα φτάσει κάποια ηλιαχτίδα του, για να ζεστάνει τις καρδιές σας.
Ας τιμήσουμε τους νεκρούς του Πολυτεχνείου κι ας μην αφήσουμε τα παιδιά μας να τους ξεχάσουν.
Είναι βέβαια σημαντικό να θυμίζεις και σε έναν ενήλικα τι ήταν το Πολυτεχνείο…
Ίσως αφήνοντας ένα παιδί να αφηγηθεί…
ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΑΦΗΓΕΙΤΑΙ
(Δημήτρης Ραβάνης-Ρεντής)
Ναι, έρχομαι από ΕΚΕΙ.
Τι μέρα είναι σήμερα;
Απ’ την Τετάρτη μπήκα μέσα.
Τι να σας πω;
Κόσμος πολύς στα κάγκελα, στο δρόμο, στην αυλή,
στα κάγκελα δεμένα χέρια,
χέρια, πλακάτ, κεφάλια, όπλα,
τι να σας πω;
Και βέβαια είχε αίμα.
Μήπως έχετε ένα τσιγάρο;
Τ” αφήσαμε ΕΚΕΙ τα τσιγάρα,
πολλά τσιγάρα
κι ένα ταψί με κριθαράκι που μας έφερε η γριά.
Μήπως έχετε ένα ηρεμιστικό;
Ή, καλύτερα, ένα τσιγάρο.
Μα, ναι… Ήμουνα ΕΚΕΙ.
Τι να σας πω;
Δυο χιλιάδες; Τρεις χιλιάδες;
κι άσε τους έξω…
Όχι, το αίμα δεν είναι δικό μου.
Βέβαια, ήμουνα ΕΚΕΙ
απ” την Τετάρτη… ή την Τρίτη;
Στα κάγκελα δεμένα χέρια, πρόσωπα, πλακάτ,
με το φορείο φέραν μια κοπέλα.
Όχι, δεν ξέρω πόσων χρονών.
Όχι, δε φαινότανε το πρόσωπό της.
Όχι, σας λέω, το αίμα δεν είναι δικό μου…
Τι σας έλεγα; Για την κοπέλα.
Όχι, δεν ξέρω πώς τη λένε.
Ναι, ήμουνα ΕΚΕΙ.
Κανείς δεν ήθελε να φύγει.
Τα τανκς στεκόντουσαν στην πόρτα,
έξω απ” τα κάγκελα,
όχι, μέσα απ” τα κάγκελα,
όχι… έξω…
Μα, βέβαια, ήμουνα ΕΚΕΙ.
Τι να σας πω;
Όχι, δεν θέλω επίδεσμο, το αίμα δεν είναι από μένα..,
Δύο φαντάροι μ” έκρυψαν σ” ένα σκουπιδοτενεκέ
Χέρια δεμένα στις ερπύστριες,
μάτια, μαλλιά,
τα μάτια στα κάγκελα,
ανάμεσα στα κάγκελα…
Μόνο να ξημερώσει, λέγαμε…
Και βέβαια, ήμουνα ΕΚΕΙ.
Πώς να τα πω με τη σειρά;
Πέρασαν κι άλλοι από δω;
Κάτι κορίτσια, κάτι αγόρια…
Και βέβαια είχαμε νεκρούς.
Τι θα πει «πόσους;»
Όχι, το αίμα δεν είναι δικό μου,
δε θέλω επίδεσμο…
Με συγχωρείτε, πρέπει να πηγαίνω,
η μάνα μου θ” ανησυχεί.
Τι να σας πω;
Δεν ξέρω…
Μα ναι…
ήμουνα ΕΚΕΙ…
Είναι βέβαια σημαντικό να θυμίζεις και σε έναν ενήλικα τι ήταν το Πολυτεχνείο…
Ίσως αφήνοντας ένα παιδί να αφηγηθεί…
ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΑΦΗΓΕΙΤΑΙ
(Δημήτρης Ραβάνης-Ρεντής)
Ναι, έρχομαι από ΕΚΕΙ.
Τι μέρα είναι σήμερα;
Απ’ την Τετάρτη μπήκα μέσα.
Τι να σας πω;
Κόσμος πολύς στα κάγκελα, στο δρόμο, στην αυλή,
στα κάγκελα δεμένα χέρια,
χέρια, πλακάτ, κεφάλια, όπλα,
τι να σας πω;
Και βέβαια είχε αίμα.
Μήπως έχετε ένα τσιγάρο;
Τ” αφήσαμε ΕΚΕΙ τα τσιγάρα,
πολλά τσιγάρα
κι ένα ταψί με κριθαράκι που μας έφερε η γριά.
Μήπως έχετε ένα ηρεμιστικό;
Ή, καλύτερα, ένα τσιγάρο.
Μα, ναι… Ήμουνα ΕΚΕΙ.
Τι να σας πω;
Δυο χιλιάδες; Τρεις χιλιάδες;
κι άσε τους έξω…
Όχι, το αίμα δεν είναι δικό μου.
Βέβαια, ήμουνα ΕΚΕΙ
απ” την Τετάρτη… ή την Τρίτη;
Στα κάγκελα δεμένα χέρια, πρόσωπα, πλακάτ,
με το φορείο φέραν μια κοπέλα.
Όχι, δεν ξέρω πόσων χρονών.
Όχι, δε φαινότανε το πρόσωπό της.
Όχι, σας λέω, το αίμα δεν είναι δικό μου…
Τι σας έλεγα; Για την κοπέλα.
Όχι, δεν ξέρω πώς τη λένε.
Ναι, ήμουνα ΕΚΕΙ.
Κανείς δεν ήθελε να φύγει.
Τα τανκς στεκόντουσαν στην πόρτα,
έξω απ” τα κάγκελα,
όχι, μέσα απ” τα κάγκελα,
όχι… έξω…
Μα, βέβαια, ήμουνα ΕΚΕΙ.
Τι να σας πω;
Όχι, δεν θέλω επίδεσμο, το αίμα δεν είναι από μένα..,
Δύο φαντάροι μ” έκρυψαν σ” ένα σκουπιδοτενεκέ
Χέρια δεμένα στις ερπύστριες,
μάτια, μαλλιά,
τα μάτια στα κάγκελα,
ανάμεσα στα κάγκελα…
Μόνο να ξημερώσει, λέγαμε…
Και βέβαια, ήμουνα ΕΚΕΙ.
Πώς να τα πω με τη σειρά;
Πέρασαν κι άλλοι από δω;
Κάτι κορίτσια, κάτι αγόρια…
Και βέβαια είχαμε νεκρούς.
Τι θα πει «πόσους;»
Όχι, το αίμα δεν είναι δικό μου,
δε θέλω επίδεσμο…
Με συγχωρείτε, πρέπει να πηγαίνω,
η μάνα μου θ” ανησυχεί.
Τι να σας πω;
Δεν ξέρω…
Μα ναι…
ήμουνα ΕΚΕΙ…
Δεν υπάρχουν σχόλια: